λουτεροκαλβινοδίδακτος

λουτεροκαλβινοδίδακτος
-η, -ο (Μ λουτεροκαλβινοδίδακτος, -ον)
αυτός που έχει διδαχθεί και κηρύσσει τη διδασκαλία τού Λουθήρου και τού Καλβίνου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”